Hint! Μπορείς να ανεβάζεις την άποψή σου, αφού πρώτα γίνεις μέλος της παρέας μας εδώ. Είσαι μέσα, λοιπόν;

Χριστουγεννιάτικα Κάλαντα (μαζί με το "Χριστουγεννιάτικο δέντρο")
Συγγραφέας: Charles Dickens
Μεταφραστής: Μάρα Μοίρα
ISBN:9789601628561 , Σελίδες:192 , ΒΚΜ:06856

Περίληψη

Λονδίνο, μέσα του 19ου αιώνα, μια νύχτα που χιόνιζε, μια παραμονή Χριστουγέννων…

Γεμάτος αδιαφορία για κάθε λογής μαγεία, συναίσθημα ή τρυφερότητα, ο Σκρουτζ, ο γερο-τοκογλύφος, μετράει τα λεφτά του.

Eκείνος δεν το γνωρίζει ακόμα, όμως η μοίρα που τον θέλει εγωιστή και παλιάνθρωπο δε θα έχει για πολύ το πάνω χέρι… Ποτέ δεν είναι αργά για ένα θαύμα...

 

Αυτό το, αιώνια κλασικό, έργο του Καρόλου Ντίκενς είναι το αγαπημένο χριστουγεννιάτικο βιβλίο πολλών γενεών. Ο Ντίκενς, μέσω της ιστορίας του φιλάργυρου Εμπενίζερ Σκρουτζ – ο οποίος διδάσκεται από τα πνεύματα που τον επισκέπτονται το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων – δημιούργησε ένα ζωντανό χριστουγεννιάτικο μύθο γύρω από το μήνυμα της προσφοράς προς την ανθρωπότητα. Αμέσως μόλις εκδόθηκε, το 1843, το βιβλίο προκάλεσε αίσθηση και από τότε συνιστά μέρος της χριστουγεννιάτικης παράδοσης, αναπόσπαστα συνδεδεμένο με τις εορταστικές εκδηλώσεις.

 

Ο Ντίκενς άρχισε να γράφει τα «Κάλαντα των Χριστουγέννων» τον Οκτώβριο του 1843 και τα ολοκλήρωσε εγκαίρως ώστε να προλάβουν να εκδοθούν και να κυκλοφορήσουν τα Χριστούγεννα της ίδιας χρονιάς. Τα πρώτα 6.000 αντίτυπα του βιβλίου πωλήθηκαν σε ελάχιστες ημέρες και οι επανειλημμένες και αναρίθμητες εκδόσεις του, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, συνιστούν πλέον χριστουγεννιάτικη παράδοση. Οι ήρωές του εξακολουθούν μέχρι σήμερα να κατακτούν και να συγκινούν τις καρδιές των μικρών –και όχι τόσο μικρών– αναγνωστών.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το πορτρέτο του Ντίκενς φιλοτέχνησε ο Ρόμπερτ Ίνγκπεν (Αυστραλός εικονογράφος, βραβευμένος με ΑΝΤΕΡΣΕΝ) για την εικονογραφημένη έκδοση «Χριστουγεννιάτικα κάλαντα» του Κ. Ντίκενς, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη.

Κριτικές

Με αφορμή τα 200 χρόνια από τη γέννηση του Καρόλου Ντίκενς, το www.i-read.i-teen.gr ζήτησε από Έλληνες λογοτέχνες να σχολιάσουν τι σημαίνει για εκείνους ο κλασικός αυτός συγγραφέας.


Αγγελική Βαρελλά

Ο παππούς μου ο Ντίκενς

Ποτέ δε διάβασα κριτικές για τους συγγραφείς που με καθήλωναν στο διάβασμα. Έτσι κι αλλιώς τους αγαπούσα αυτούς τους παππούδες και τις γιαγιάδες που με μπόλιασαν με τη γοητεία της ανάγνωσης. Αυτό που μετράει είναι το να γίνεσαι ένα με τους ήρωες και να μη θέλεις να τελειώσει το βιβλίο.

Ειδικά με τον Ντίκενς, από τις πρώτες σελίδες ένιωθα πάντα μια υπόγεια σύνδεση με τους χαρακτήρες των ηρώων του και τον ψυχισμό τους. Ίσως γιατί η παιδική μου ηλικία δεν ήταν ανέμελη, ίσως γιατί η ταύτιση με τους πρωταγωνιστές τούς έκανε πιο ελκυστικούς. Οι «Μεγάλες προσδοκίες», ο «Δαβίδ Κόπερφιλντ» κι εκείνος ο συμπαθέστατος, ταλαιπωρημένος Όλιβερ Τουίστ, ήταν για χρόνια η αγαπημένη μου παρέα τα απογεύματα, μετά τα σχολικά διαβάσματα. Έφευγα για χάρη τους από τη μικρή μου γειτονιά και περιδιάβαζα το σκοτεινό Λονδίνο, ρουφούσα όλη την αγριότητα και τη φρίκη των γεγονότων και τελικά ανακουφιζόταν η ψυχή μου. Ήταν η τρυφερότητα; Οι έξυπνοι διάλογοι; Το πρωτότυπο χιούμορ; Όλα αυτά με συνέπαιρναν. Μια γλυκύτητα με αγκάλιαζε κι ένιωθα πιο πλούσια, το ένιωθα έντονα. Ένιωθα έτοιμη να διεκδικήσω τη ζωή, έτοιμη για τον αγώνα τον καλό.


Αγγελική Δαρλάση

Βροχερή, σκοτεινή ατμόσφαιρα που σε ρουφάει, σε μαγνητίζει και μοιάζει ικανή, πολλές φορές, ακόμη και να σε διαλύσει. Μυθιστορηματικοί ήρωες σαν φιγούρες σε σκίτσα σχεδιασμένα με μολύβι που καταφέρνουν να ξεκολλούν από το χαρτί και να ζωντανεύουν… να ονειρεύονται και να επιμένουν ακόμη και στα δύσκολα, να προσδοκούν κόντρα σε μια άδικη μοίρα και σε μια κοινωνία απειλητική, σκληρή και, πολλές φορές, ακόμη πιο ανατριχιαστική κι από τα φαντάσματα.

Κάπως έτσι ανακαλώ στη θύμησή μου το λογοτεχνικό σύμπαν του Ντίκενς.

Αλλά αν κάτι σημάδεψε ανεξίτηλα τις παιδικές μου αναγνώσεις, αυτό είναι η φρικτή διαπίστωση πως υπάρχουν καρδιές που παραμένουν ασυγκίνητες, αδιάβροχες στα δάκρυα· και από την άλλη, η παρήγορη ανακάλυψη πως υπάρχουν καρδιές γεμάτες συμπόνια και γενναιότητα. Και κάτι ακόμη… πως μια γενναία, έντιμη και σοφή καρδιά, η δικιά σου, μπορεί να σε αναδείξει σε ήρωα της δικής σου ζωής.

Για μένα, σ’ αυτή την τελευταία διαπίστωση βρίσκεται η ανεξίτηλη γοητεία και μαγεία του Ντίκενς.

 

Βησσαρία Ζορμπά

Δεν ξέρω γιατί, αλλά κάθε Δεκέμβρη, ψάχνοντας το «ΠΝΕΥΜΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΈΝΝΩΝ» στους υγρούς δρόμους του νυχτωμένου Αγρινίου, νομίζω πως θα συναντήσω τα ράκη από τις ματαιωμένες «ΜΕΓΑΛΕΣ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ» του χρεοκοπημένου του πατέρα. Νιώθω τη στυφή μυρωδιά του εργοστασίου βερνικιών όπου δούλεψε εννιάχρονος, καταπιέζοντας τη μνησικακία με την οποία χρωμάτισε αργότερα τους πληθωρικά τερατώδεις χαρακτήρες του.
  Δε μοιάζει η πόλη μου σε τίποτα με το δικό του Λονδίνο, ούτε μέσα στην αδιαφιλονίκητη, βέβαια, πολυπλοκότητα της επαρχιακής καθημερινότητας βρίσκω τους παράδοξα αξιοπρεπείς περιθωριακούς τύπους, το τραγικό ανάστημα των απατεώνων του, το ρίγος της φρίκης αγκαλιασμένο με το απροσδόκητο χιούμορ της αφελούς κυνικότητας.
  Ούτε φιλοδοξώ να ανακαλύψω τον τερατώδη δολοφόνο στο μισοτελειωμένο, λόγω του θανάτου του, «ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΕΝΤΟΥΙΝ ΝΤΡΟΥΝΤ» στα στενορύμια της πόλης μου. Αναζητώ μόνο την τρυφερή γενναιοδωρία με την οποία έσκυψε στα αβυσσαλέα βάθη  της τρομερής και τρομαγμένης ανθρώπινης ψυχής, συνθέτοντας ταυτόχρονα το έπος της παιδικής ηλικίας.              

 

Βαγγέλης Ηλιόπουλος

Πρώτα ως παιδί γνώρισα τα βιβλία του και μετά, μεγαλώνοντας, έμαθα για τα δυστυχισμένα παιδικά

του χρόνια, για τα βάσανα και τις δυσκολίες που πέρασε.

Τελικά, επειδή είχα ερωτευτεί την Estella, συγχρόνως με τον Pip, στο «Great Expectations», είχα κοιμηθεί στο διπλανό κρεβάτι με τον Oliver Twist και είχα παίξει με την Amy από το «Little Dorrit»,

ανακάλυψα ότι μου τα είχε πει όλα μέσα από το έργο του. Δεν μπορούσα μόνο να καταλάβω πού βρήκε τη δύναμη να κάνει τη δυστυχία δημιουργία. Σε μια παράσταση στο Μέγαρο Μουσικής πριν από χρόνια, όταν ο Jeremy Irons διάβασε «Christmas Carol», λύθηκε η απορία μου. Η αγάπη, αυτή που κρύβεται στην αθώα παιδική ψυχή, είναι αυτή που έκανε τον μικρό Charles τον σπουδαίο Dickens.    

 

Μάνος Κοντολέων

Πρωτοδιάβασα τη «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» με τη μορφή κόμικ – στα Κλασικά Εικονογραφημένα που κυκλοφορούσαν στα μέσα της δεκαετίας του ’50.

Και δε θα ξεχάσω ποτέ τον φόβο μου με την εικόνα του φαντάσματος που έσερνε τις αλυσίδες του και το πρόσωπο του Σκρουτζ – ένα τρομαγμένο γέρικο πρόσωπο που φορούσε τη βρόμικη νυχτερινή του σκούφια.

Ήταν ένας φόβος που όμως μετά από μερικές σελίδες θα εξαφανιζότανε. Όταν το ίδιο αυτό γέρικο πρόσωπο δε θα το παραμόρφωνε η κακία της τσιγκουνιάς, αλλά θα το γλύκαινε η ζεστασιά της προσφοράς.

Τελικά είναι αλήθεια πως κάποια αναγνώσματα μας συνοδεύουν μέχρι το τέλος της ζωής μας.

Παππούς πια εγώ, προσφέρω στον εγγονό μου χάδια, φιλιά, γλυκόλογα, παιχνίδια και όπως εκείνος με κοιτά, μέσα στο βλέμμα του είμαι σίγουρος πως μπορώ να ξεχωρίσω την εικόνα ενός προσώπου που γνωρίζει τι σημαίνει προσφορά αγάπης.

Άλλωστε, μια ζωή δώρα αγάπης μάζευα και τα έκανα ιστορίες – μακρινά εγγονάκια του παππού Ντίκενς.

 

Βούλα Μάστορη

Τον πρωτογνώρισα πολύ μικρή στα «Κλασικά Εικονογραφημένα». Η «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» του αποτελεί από τότε το πρότυπο σκηνικό για όλα τα Χριστούγεννα της ζωής μου...


Χρήστος Μπουλώτης

Από τον Όλιβερ στον Κάρολο Ντίκενς

Στον Ντίκενς με πρωτοπήγε ο Όλιβερ Τουίστ, αρχές του 1960, μέσα από τις λιθόγραφες σελίδες των Κλασικών Εικονογραφημένων. Σκοτεινή διαδρομή, φόβος και αγωνία σ’ ένα μίζερο σκηνικό, βαθιά συμπάθεια και συμπόνια και συμπαράσταση στο μικρό αυτό αγόρι που πάλευε να ξεφύγει από τη ζοφερή του μοίρα. Τα είπαμε για τα καλά ελληνιστί. Μοιραστήκαμε, κάποια στιγμή, και το σουσαμοκούλουρο που έβγαλα από τη σχολική μου τσάντα. Ο ίδιος δεν ήξερε να μου πει και πολλά πράγματα για τον συγγραφέα του. Αυτά θα τα μάθαινα αργότερα, σιγά σιγά, καθώς βουτούσα χωρίς ανάσα, όλο και πιο βαθιά στο μυθιστορηματικό του έργο, με αγαπημένα μου βιβλία, ύστερα από τον Όλιβερ, τον Ντέιβιντ Κόπερφιλντ, Τα βιβλία των Χριστουγέννων, τις Μεγάλες Προσδοκίες. Ως συγγραφέας κι εγώ, κι ευαίσθητος –θέλω να πιστεύω– παλμογράφος, σφίγγω θερμά το χέρι του Ντίκενς, γιατί με δίδαξε πώς το βίωμα, οι ιδεολογικοί προσανατολισμοί και η κοινωνική στράτευση γίνονται παλλόμενο μυθιστορηματικό υλικό. Γεια και χαρά σου, Όλιβερ. Κι εσύ, Κάρολε Ντίκενς, συνέχισε να ρίχνεις ευεργετική πάνω μας τη φωτεινή σκιά σου.

 

Μαρία Παπαγιάννη

Πόσα μαξιλάρια έβρεξα για τον Όλιβερ Τουίστ! Οι ήρωες του Ντίκενς, ο Όλιβερ, ο Κόπερφιλντ κι αργότερα ο Πιπ των Μεγάλων Προσδοκιών είχαν στοιχειώσει τα παιδικά μου χρόνια. Η δυστυχία και η φτώχεια είχαν τόπο και χρόνο την εξαθλιωμένη βικτωριανή Αγγλία και τα σοκάκια του Λονδίνου. Έτρεμα μήπως βρεθώ κι εγώ εγκλωβισμένη από τη μοίρα μου σαν τον μικρό Όλιβερ και νομίζω ότι στα αναγνώσματα του Ντίκενς πήρα τα πρώτα μαθήματα για έναν άδικο κόσμο καθόλου αγγελικά πλασμένο. Έναν κόσμο όπου τα φτωχά παιδιά δεν μπορούν να ξεφύγουν από τη μοίρα τους. Ο Ντίκενς άνοιξε την πόρτα για να μπουν στη ζωή μας οι φτωχοί και οι καταπιεσμένοι. Κι είναι λυπηρό που σήμερα, δύο αιώνες μετά, μπορείς να συναντήσεις τους ήρωες του Ντίκενς στα σοκάκια της Αθήνας αλλά κι ολόκληρης της Ευρώπης, κι όπως η Βρετανία τότε, έτσι τώρα όλος ο κόσμος είναι ένας τόπος μεγάλων αντιθέσεων. Τα επιτεύγματα της ανθρωπότητας δεν βοήθησαν καθόλου να κλείσει η ψαλίδα. Άραγε οι σημερινοί δυνατοί δεν έκλαψαν ποτέ σαν παιδιά ακολουθώντας τον μικρό Όλιβερ στην τρελή του πορεία να σωθεί από τον κόσμο της τυφλής εκμετάλλευσης;

 

Αργυρώ Πιπίνη

* O Nτίκενς είναι απολαυστικός συγγραφέας για παιδιά και νέους γιατί, ούτως ή άλλως, είναι απολαυστικός συγγραφέας

* Έχει επαφή με το υπερφυσικό, ακόμα και το γκόθικ. Η «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» είναι ένα έργο σκοτεινό όσο πρέπει, τρομακτικό όσο αντέχουμε, γεμάτο ελπίδα και μηνύματα ανθρωπιάς.

* Είναι μαέστρος της πλοκής. Η δράση δε σταματάει ποτέ και τα επεισόδια διαδέχονται το ένα το άλλο. Έτσι εξηγείται και η δημοφιλία του στον κινηματογράφο. Οι σκηνοθέτες πάντα ψάχνουν ένα καλογραμμένο σενάριο.

* Έχει σπουδαίο χιούμορ και μέσα από αυτό επιδεικνύει την ικανότητα του ανθρώπινου είδους να γελάει με τον ίδιο του τον πόνο.

* Το τυχαίο, η μοίρα δίνουν συχνά τη λύση στις ιστορίες του και δε φοβάται να υιοθετήσει τη λυτρωτική δύναμη του happy end.

* Μιλάει από πρώτο χέρι για τα θέματά του και η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι γεμάτη εκφράσεις που ψαρεύει από το πεζοδρόμιο. Η επαφή του με δανειστές και τοκογλύφους, η φυλάκιση του πατέρα του, η φτωχική ζωή της οικογένειάς του δίνουν στα μυθιστορήματά του την αμεσότητα καθημερινής εφημερίδας, ενώ οι ζωντανοί του διάλογοι οφείλονται στην αγάπη του για το θέατρο.


Ελένη Σαραντίτη

Είπαν πως ήταν ο μεγαλύτερος πεζογράφος της Αγγλίας και είναι σίγουρα μετά τον Σέξπιρ ο πιο πολυδιαβασμένος συγγραφέας της πατρίδας του. Εμπνευσμένος, ρωμαλέος, δραματικός και πνευματώδης, αβρός, ο Ντίκενς υπήρξε πάνω απ’ όλα κοινωνικός συγγραφέας, επηρεάζοντας με το έργο του τους πολίτες και επεμβαίνοντας έτσι στις δομές της κοινωνίας του καιρού του. Ίσως και των κατοπινών καιρών. […] Παθιαζόταν, βέβαια, να διαβάζει δημοσίως αποσπάσματα από τα έργα του, το κοινό ήταν ζωηρό, συμμετείχε, του έδινε ικανοποίηση το γέλιο τους, το δάκρυ τους. 471 αναγνώσεις έκανε συνολικά, και η ωραία δονούμενη φωνή του, το παρουσιαστικό του, έκαναν τους Λονδρέζους αλλά και τους κατοίκους της επαρχίας να ριγούν, ενώ είναι γνωστό ότι μέχρι που ‘φυγε παραπονιόταν ότι δεν κατάφερε ν’ αφιερωθεί στο θέατρο που λάτρεψε. […] Και κάτι ακόμα: παρότι υπήρξε κοινωνικός, ζεστός, εγκάρδιος, απέφυγε κάθε κοσμικότητα και ποτέ δεν επιδίωκε σχέσεις με το κατεστημένο. Πολιτικοποιημένος, πληθωρικός, σχεδόν πάντοτε ερωτευμένος, αγαπούσε την καλή ζωή, τους περιπάτους, τα ταξίδια· μόνο η Αμερική όπου είχε πάει για σειρά αναγνώσεων τον απογοήτευσε. […]

πηγή http://bit.ly/SiAXDk

 

Μαρία Τοπάλη

Όσο «Μεγάλες» κι αν είναι οι «Προσδοκίες» από έναν κλασικό, δε θα είναι ποτέ αρκετά μεγάλες για κάποιον σαν τον Τσαρλς -τον Κάρολο- Ντίκενς. Ακόμη κι αν «έπεφτε» κάποτε η «μόδα» του μυθιστορήματος, ο Ντίκενς θα παρέμενε σταθερή αξία ως υλικό σεναρίου για σινεμά, για μιούζικαλ, για κόμικς, για «κλασικά εικονογραφημένα», για… για… Μια τυχαία βόλτα στο Λονδίνο μάς γυρίζει πάντα, μαγικά, στις σελίδες του. Γιατί αν η Αγγλία της εποχής του τον διέπλασε, ο Ντίκενς έπλασε, με τη σειρά του, τον διαρκή μύθο της και, κατ’ επέκταση, ένα σημαντικό κομμάτι του παγκόσμιου πολιτισμού μας. Δεν είναι μονάχα η ζωντάνια των κινηματογραφικών σκηνικών του, των φτωχών κακοποιημένων παιδιών, των αθλίων, των περιθωριακών, των φυλακισμένων, που παραμένει, δυστυχώς, επίκαιρη. Είναι περισσότερο η βαθιά του αίσθηση για την προσωπικότητα και τα αισθήματα του αρχετυπικού παιδιού, που ταυτίζεται σοφά με το πιο αδύναμο, φαινομενικά, αλλά και με το πιο ελπιδοφόρο κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης.

 

Σώτη Τριανταφύλλου

Ο ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΖΑΡΕΜΑ ΤΟΥ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΟΣ

Διάβασα την ιστορία του καθηγητή Ρέντλο σ’ ένα πάνινο βιβλιαράκι με ασπρόμαυρες ζωγραφιές που μου χάρισαν για τα Χριστούγεννα του 1965. Ήμουν τόσο ευτυχισμένη που νόμιζα ότι θα εκραγώ – τι υπέροχα Χριστούγεννα! Ύστερα, αποφάσισα ν’ ακολουθήσω τις συμβουλές του φαντάσματος που στοίχειωνε τον καθηγητή Ρέντλο: κατέγραψα σ’ ένα τετράδιο όλες τις κακές πράξεις, τις δικές μου και των άλλων, κι όλες τις πίκρες – ώστε να τις σβήσω μία μία και να τις ξεχάσω για πάντα. Ο αδερφός μου μου είχε μουντζουρώσει τα τετράδια κι ένας συμμαθητής μου με είχε ρίξει στις λάσπες· όταν γύρισα λασπωμένη στο σπίτι, δεν βρήκα το δίκιο μου – η μαμά μού έβαλε τις φωνές.

Αφού γέμισα δύο σελίδες του τετραδίου με αδικίες, εξευτελισμούς και άλλες σκηνές τρόμου, διάβασα ξανά όσα έλεγε το φάντασμα του Ρέντλο για να μην κάνω λάθος: «Ξέχνα τη λύπη, ξέχνα την αδικία και την ατυχία... σβήσε τις κακές αναμνήσεις...». Καθώς τις έσβηνα μία μία, γεμίζοντας το θρανίο μου κομματάκια γομολάστιχας, η μαμά όρμησε στο δωμάτιο και με αδίκησε πάλι: «Λερώνεις τον τόπο με πριονίδια!» φώναξε κι ετοιμαζόταν να τα ρουφήξει με τη Χούβερ. Ύστερα σκεφτόμουν από μέσα μου: είναι ευκολότερο να είσαι ο κακός Κουίλπ του «Παλαιοπωλείου» παρά το καλό φάντασμα του Ρέντλο.