Απόσπασμα
Δύο ιστορίες σκέφτομαι να σας αφηγηθώ… Δύο ιστορίες που μπορεί να είναι όμως και μόνο μία.
Μία, λοιπόν, ή και δύο ιστορίες από αυτές που γίνονται στις μέρες μας, μα και μπορεί να έχουν γίνει και πιο πριν, ίσως όμως –αχ, κι αυτό το φοβάμαι– να γίνουν αύριο, μεθαύριο, μια επόμενη μέρα…
Μία, λοιπόν, ή και δύο ιστορίες που συμβαίνουν ίσως στον τόπο μου ή στον τόπο σας, σε χώρα γειτονική ή μακρινή – τι σημασία έχει, κάπου, πάντως, συμβαίνουν!
Ναι, κάπου συμβαίνουν και δεν έχει σημασία να ψάξετε ούτε το «πότε ακριβώς;» μήτε και να αναρωτηθείτε με ένα «πού τάχα;».
Συμβαίνουν… Έχουν συμβεί… Θα συμβούνε.
Πολλά κορίτσια και αγόρια κάτι παρόμοιο ζήσανε. Ζούνε.
Εγώ διάλεξα κάτι που να θυμίζει Ανατολή ή Νότο, κάτι που να σε πηγαίνει στη Δύση ή και στον Βορρά… Έφτιαξα έτσι έναν τόπο κοντινό, μπορεί και μακρινό μου… Έπλασα, κάπως έτσι, τη Ρεγγίνα και τον Άλεχ μου.
Θα ήθελα κι εσείς με τη σειρά σας να σκεφτείτε αν έτυχε από δίπλα τους να περάσατε, αν έτυχε κάτι γι’ αυτούς να μάθατε, αν σκοπεύετε κάτι γι’ αυτούς να πείτε ή να κάνετε…
Εντέλει, αν πιστέψατε πως κάπου –δίχως ένα «πού τάχα;» και άλλο ένα «πότε ακριβώς;»– ζήσανε, ζούνε και –αχ, πως το φοβάμαι αυτό!– θα ζήσουνε.
Περίληψη
Η Ρεγγίνα και ο Άλεχ, δύο νέοι δεκαπέντε με δεκαέξι χρονών, ζούνε σε μια χώρα που πρώτα γνώρισε έναν εμφύλιο πόλεμο και στη συνέχεια βρέθηκε να διοικείται από ένα στυγνό δικτατορικό καθεστώς.
Ρεγγίνα δεν είναι το πραγματικό όνομα της κοπέλας. Μα ο πατέρας της που τη λάτρευε την έλεγε έτσι μιας και «Ρεγγίνα –σε μια άλλη γλώσσα– σημαίνει βασίλισσα». Και από τον πατέρα της είχαν μάθει όλοι έτσι να τη λένε.
Ο εμφύλιος και μετά η δικτατορία οδηγούν τον πατέρα της στην ανεργία και στη συνέχεια αρρωσταίνει και πεθαίνει.
Η Ρεγγίνα μαζί με τη μητέρα της και τα δυο μικρότερα αδέλφια της αναγκάζονται να μετακομίσουν σε μια φτωχική γειτονιά και να μείνουν σε ένα υγρό και σκοτεινό ημιυπόγειο διαμέρισμα.
Η μητέρα της για να κερδίσει κάποια χρήματα φτιάχνει κοσμήματα από ασήμι και φτηνές πέτρες και τα πουλά σε έναν έμπορο, τον Σαρκό.
Ο Σαρκό εκτός από ένα κοσμηματοπωλείο διατηρεί και οίκο ανοχής.
Κι έτσι, όταν η μητέρα της Ρεγγίνας από τις πολλές στερήσεις πεθαίνει και η κόρη της, για να θρέψει τον εαυτό της και τους δυο αδελφούς της, πηγαίνει και βρίσκει τον Σαρκό και του προτείνει να συνεχίσει αυτή να φτιάχνει τα κοσμήματα, εκείνος προσπαθεί να την εξαναγκάσει να δεχτεί την πρότασή του και να γίνει πόρνη.
Η Ρεγγίνα αρνιέται και προσπαθεί να βρει άλλους τρόπους για να συντηρηθούν η ίδια και τα αδέλφιά της.
Σε αυτή της την προσπάθεια έχει στην αρχή τη συμπαράσταση του Άλεχ, ενός νεαρού που έχει όνειρα και για τη δική του τη ζωή, αλλά και για την πατρίδα του.
Όμως ο Άλεχ θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει μαζί με την οικογένειά του την πατρίδα του και έτσι η Ρεγγίνα, όσο κι αν προσπαθεί να βρει τρόπους να αποφύγει τις πιεστικές προτάσεις του Σαρκό, στο τέλος θα υποκύψει και θα δεχτεί να πουλά το κορμί της.
Αλλά, όταν ο Σαρκό θα τη ρωτήσει αν στ’ αλήθεια τη λένε Ρεγγίνα, εκείνη θα το αρνηθεί. –«Δε με λένε Ρεγγίνα…» θα πει, θέλοντας να κρατήσει αμόλυντο το παρελθόν της.
Εν τω μεταξύ, ο Άλεχ έχει βρεθεί πρόσφυγας μαζί με τον πατέρα και τη μητέρα του σε γειτονική χώρα.
Ο πατέρας του –ένας επιτυχημένος ξυλουργός, μα και άντρας με δημοκρατικές πεποιθήσεις– μεγάλωσε τον γιο του με το όνειρο να τον κάνει έναν άνθρωπο που θα πιστεύει στη δημοκρατία και θα υποστηρίζει τους αδύναμους. Γι’ αυτό και του έδωσε αυτό το όνομα: «Άλεχ, σε μια άλλη γλώσσα σημαίνει προστάτης… Αυτός που προστατεύει, ένας αρχηγός σωστός, ας πούμε...» – έτσι του έλεγε ο πατέρας του από τότε που ήταν μικρό αγόρι.
Το δικτατορικό καθεστώς της χώρας του γρήγορα ανακαλύπτει πως ο πατέρας του Άλεχ συμμετέχει σε αντιδικτατορική οργάνωση κι έτσι εξαναγκάζονται να εγκαταλείψουν κρυφά την πατρίδα τους.
Σε γειτονική χώρα που μετά από περιπέτειες καταφεύγουν, εγκλείονται σε στρατόπεδο προσφύγων κι ενώ ελπίζουν σε ένα καλύτερο μέλλον, ένα θανατηφόρο ατύχημα σκοτώνει τον πατέρα του Άλεχ.
Η μητέρα του, μετά και από αυτή τη νέα τραγωδία που αντιμετωπίζει, χάνει τα λογικά της και ο Άλεχ αισθάνεται πως είναι πια ο μόνος που μπορεί να την προστατέψει. Άλλωστε «Άλεχ, σε μια άλλη γλώσσα σημαίνει προστάτης…» – αυτά τα λόγια που άκουγε από παιδί θα εκφράζουν τη νέα του ταυτότητα.
Θα κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια να βρει χρήματα, θα οδηγηθεί μέσα στον υπόκοσμο, θα μπλεχτεί με ναρκωτικά, θα βρεθεί χρεωμένος σε έναν έμπορο ναρκωτικών, τον Κοσάρ.
Αλλά ο Άλεχ έχει ανάγκη από χρήματα για να πληρώνει τις φροντίδες που χρειάζεται η μητέρα του. Κι έτσι θα αναγκαστεί να υποκύψει στις σεξουαλικές ορέξεις του Κοσάρ.
Αλλά την ώρα που αυτός θα τον ρωτήσει πως τον λένε, εκείνος με πείσμα θα δηλώσει: «Άλεχ με λένε!», θέλοντας να κάνει τον εαυτό του να πιστέψει πως ακόμα και με αυτή την πράξη δεν παύει να είναι ο προστάτης που είχε ονειρευτεί ο πατέρας του.
Video
Άκουσε σχετικές μουσικές
Άκουσε σχετικές μουσικές
Δες ένα βίντεο σχετικά με τη ζωή και τα βιβλία του Μάνου Κοντολέων
O Μάνος Κοντολέων μέσα από τα μάτια των μαθητών του 8ου Γυμνασίου Περιστερίου...
Κριτικές
[…] Με σύγχρονο λόγο ο συγγραφέας αγγίζει θέματα που καίνε, που πονάνε. Δεν ωραιοποιεί τις καταστάσεις, δεν μασάει τα λόγια του. […] Ο συγγραφέας έντεχνα δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένη χώρα μιας και παρόμοιες εικόνες σαν την πολεμική ατμόσφαιρα, τη μετανάστευση και την τύχη των ανθρώπων της, θα μπορούσε να συναντήσει κανείς σε ανατολή και δύση. […] Στη σημερινή άνυδρη εποχή μας, στην εποχή της κρίσης, που όλα έχουν ανατραπεί, η συνάντηση των εφήβων αναγνωστών με αυτό το βιβλίο έχει πολλά να τους πει. Το σημαντικότερο ότι η ανατροπή είναι μέρος της ζωής μας. Κατά κάποιο τρόπο τους προειδοποιεί να μη θεωρούν τίποτα δεδομένο. […] Έκλεισα το βιβλίο με μια γεύση πικραμύγδαλου στο στόμα, σαν ένα παλιότερο βιβλίο του ίδιου του συγγραφέα που εκδόθηκε το 1996, χωρίς, όμως, να με έχουν σοκάρει οι σκηνές μα με τη σκέψη ότι ο Κοντολέων γράφει για νέους. Για να τους χαρίσει γυαλιά να βλέπουν καλύτερα τον κόσμο που τους περιβάλλει. Δεν θέλει να ζουν μέσα σε φούσκα προστασίας. Ίσως, γιατί ο ίδιος γνωρίζει ότι η εφηβική λογοτεχνία πρέπει να φωτίζει και τις δύσοσμες πτυχές της ζωής.
Βιβλιοπαρουσίαση της Αναστασίας Ευσταθίου στο kosvoice.gr http://bit.ly/15Gc2TT
«Δε με λένε Ρεγγίνα…. Άλεχ με λένε» δύο ιστορίες, δύο ονόματα, ένα πρόσωπο
(από την παρουσίαση του βιβλίου που έγινε στα πλαίσια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης 2012)
«Δε με λένε Ρεγγίνα…. Άλεχ με λένε» δύο ιστορίες, δύο ονόματα, ένα πρόσωπο. Το πρόσωπο της εκμετάλλευσης, του εξαναγκασμού, της ανημποριάς. Εφηβικό πρόσωπο, μεγαλωμένο με αγάπη και αρχές σε οικογένειες σαν όλες τις άλλες. Βασίλισσα σημαίνει το Ρεγγίνα σε μια άλλη γλώσσα, έτσι τη φώναζε ο πατέρας που τη λάτρευε. Μέχρι χθες. Πριν τον πόλεμο, πριν την ανεργία, πριν ο ίδιος φύγει από τη ζωή, πριν η μητέρα φύγει κι αυτή εξαιτίας της ανέχειας και τη φτώχιας, πριν αφήσει μόνα τους τα ανήλικα παιδιά της, πριν η ίδια η Ρεγγίνα αρνηθεί το όνομά της εξαναγκασμένη στην σεξουαλική εκμετάλλευση, θύμα των συνθηκών που ο κοινωνικός αποκλεισμός δημιουργεί, θύμα του επιτήδειου που κερδίζει εις βάρος της. Πριν το αρνηθεί η ίδια θέλοντας να κρατήσει αμόλυντο το παρελθόν της.
«Δε με λένε Ρεγγίνα…. Άλεχ με λένε» δύο ιστορίες, δύο ονόματα, ένα πρόσωπο.
Προστάτης σημαίνει το Άλεχ σε μια άλλη γλώσσα, όνομα που του έδωσε ο πατέρας, «Άλεχ, αυτός που προστατεύει, ένας αρχηγός σωστός, ας πούμε…». Πόλεμος, προσφυγιά, στρατόπεδο προσφύγων, θάνατος του πατέρα, η μητέρα χάνει τα λογικά της και ο Άλεχ, που το όνομά του σημαίνει προστάτης, πρέπει να προστατεύσει την αδύναμη μητέρα, να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων όπως ο πατέρας τού είχε διδάξει. Όταν θα εξαναγκαστεί να δεχτεί τον απόλυτο εξευτελισμό του, υποκύπτοντας στις σεξουαλικές ορέξεις του Κοσάρ, εκείνος θα πείσει τον εαυτό του πως ό,τι κάνει δεν είναι συμβιβασμός αλλά μια πράξη προστασίας αυτών που έχουν την ανάγκη του.
«Δε με λένε Ρεγγίνα…. Άλεχ με λένε» δύο ιστορίες, δύο ονόματα, ένα πρόσωπο: Το πρόσωπο των θυμάτων της εμπορίας και της εκμετάλλευσης που υπάρχει και δεν θέλουμε να το δούμε, που υπάρχει και πολλές φορές το ενισχύουμε με την αδιαφορία και την εθελοτυφλία που η βολεμένη μας ζωή δημιουργεί, μια ζωή που αρέσκεται στο βίωμα μιας βάρβαρης ιδιώτευσης. Ο λόγος είναι απλός και μεστός γραμμένος με πολύ ευαισθησία ιδιαίτερα σε σημεία της ιστορίας που θεωρούνται «σκληρά» ακόμα και για έναν ενήλικα. Ωστόσο, υπάρχει η αίσθηση ότι ο συγγραφέας έχει αφήσει ένα παράθυρο ανοιχτό, κι αυτό το παράθυρο είναι η αγάπη που γεννήθηκε μεταξύ των δύο παιδιών στην αρχή της ιστορίας. Η αμοιβαία αγάπη και η σκέψη του ενός για τον άλλον.
Δύο παιδιά, δύο έφηβοι, ίδια ιστορία. Ένα βιβλίο γραμμένο για εφήβους από έναν συγγραφέα που δεν μετρά τα λόγια του, δεν χαϊδεύει τα αυτιά, έναν βιβλίο που συγκλονίζει και ταρακουνά. Ένα λογοτεχνικό βιβλίο που ευαισθητοποιεί κοινωνικά πάνω στο θέμα της παράνομης διακίνησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης των παιδιών και των εφήβων, την παραβίαση των δικαιωμάτων τους καθώς και για την ανάγκη της ύπαρξης ενός κοινωνικού κράτους που θα τα υποστηρίξει αλλά και δεν θα επιτρέψει σε κανέναν να τα εκμεταλλευτεί. Που ενημερώνει τους νέους για το θέμα, που βοηθά στη διαμόρφωση μιας κοινωνικής ανθρωπιστικής συνείδησης σε σχέση με τον κοινωνικό αποκλεισμό, την ζωή και τις συνθήκες επιβίωσης στα στρατόπεδα προσφύγων, ένα βιβλίο που συμβάλλει στην κατάρριψη των στερεοτύπων όσον αφορά στην εικόνα που έχουμε ως κοινωνία για πολλά από τα νεαρά άτομα που εκδίδονται και που υπήρξαν πρωτίστως αυτά θύματα αυτής της ζωής που δεν επέλεξαν να ζήσουν. Παιδιά και νεαρά άτομα που κουβαλούν τη δική τους ιστορία, τις δικές τους αγαπημένες θύμησες από τις οικογένειές τους και μια πραγματικότητα του παρόντος τους πολύ διαφορετική από αυτή που ονειρεύτηκαν να έχουν.
Αγγελική Γαβριέλλα Σαμψωνίδου
Κοινωνιολόγος – Δημοσιογράφος
ΑΡΣΙΣ – Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης Νέων
Τομέας Επικοινωνίας και Ευαισθητοποίησης
Ο Συγγραφέας αποκαλύπτει
Ο Μάνος Κοντολέων μιλάει για το βιβλίο του «Δε με λένε Ρεγγίνα… Άλεχ με λένε».
Main menu
Ήρωες
Ρεγγίνα
Έφηβη γύρω στα δεκαπέντε με δεκάξι. Αν και μεγαλωμένη με αγάπη και προστασία, όταν τα πράγματα δυσκολέψουν, αρπάζει τη ζωή από τα μαλλιά και διεκδικεί μια θέση κάτω από τον ήλιο. Μα στο τέλος, όταν πια θα εξαναγκαστεί να αποδεχτεί τον απόλυτο συμβιβασμό, θα απαρνηθεί και το παρελθόν της.
Άλεχ
Έφηβος γύρω στα δεκαέξι με δεκαεφτά. Μεγαλωμένος με αξίες και δημοκρατικές αρχές. Η πρώτη από αυτές πως πάντα θα πρέπει να προστατεύει όσους τον έχουν ανάγκη. Όταν οι πολιτικές συνθήκες στην πατρίδα του τον οδηγήσουν στην προσφυγιά, θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να προστατέψει την άρρωστη μητέρα του. Και όταν θα εξαναγκαστεί να δεχτεί τον απόλυτο εξευτελισμό του, εκείνος θα πείσει τον εαυτό του πως ό,τι κάνει δεν είναι συμβιβασμός, μα πράξη προστασίας αυτών που έχουν την ανάγκη του.
Σχόλια